Τι είναι ο παγωμένος ώμος;
O παγωμένος ώμος ή αλλιώς συμφυτική θυλακίτιδα του ώμου, είναι μια συχνή πάθηση που οφείλεται σε φλεγμονή και επώδυνη ρίκνωση του αρθρικού θυλάκου του ώμου και χαρακτηρίζεται από έντονο πόνο και σημαντική απώλεια του ενεργητικού και παθητικού εύρους κίνησης της άρθρωσης.
Ποια είναι η αιτία που τον προκαλεί;
Ο παγωμένος ώμος μπορεί να χαρακτηριστεί ως πρωτοπαθής ή δευτεροπαθής. Στην πρώτη περίπτωση, η αιτία εμφάνισης της πάθησης είναι άγνωστη. Αντίθετα, η δευτεροπαθής συμφυτική θυλακίτιδα συνήθως οφείλεται σε συγκεκριμένο αιτίο. Η δευτεροπαθής συμφυτική θυλακίτιδα μπορεί να διακριθεί σε συστημική (π.χ σακχαρώδης διαβήτης και άλλες μεταβολικές καταστάσεις), σε οφειλόμενη σε εξωαρθρικά αίτια (π.χ νόσος Parkinson, κάταγμα διάφυσης βραχιονίου) και σε οφειλόμενη σε ενδοαρθρικά αίτια (π.χ ρήξη στροφικού πετάλου, τενοντοπάθεια, αρθρίτιδα).
Ποια είναι τα κύρια συμπτώματα και ποια τα στάδια του παγωμένου ώμου;
Οι ασθενείς με παγωμένο ώμο παρουσιάζουν έντονο πόνο, ιδίως κατά τη διάρκεια του ύπνου και σταδιακή μείωση του ενεργητικού και παθητικού εύρους τροχιάς της κίνησης. Η πιο σημαντικά μειωμένη κίνηση είναι αυτή της έξω στροφής αν και όλες οι κινήσεις δύναται να επηρεαστούν σημαντικά. Ακόμη, παρατηρείται δυσκολία στη εκτέλεση καθημερινών δραστηριοτήτων κυρίως σε κινήσεις πάνω από το επίπεδο του ώμου.
Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, ο παγωμένος ώμος εξελίσσεται σε τρία στάδια:
- 1o στάδιο – στάδιο παγώματος: κυριαρχεί ο πόνος και σταδιακά μειώνεται το εύρος κίνησης της άρθρωσης. Διαρκεί 2-9 μήνες.
- 2ο στάδιο – παγωμένο στάδιο: ο πόνος αρχίζει να υποχωρεί και αυξάνεται σημαντικά η δυσκαμψία. Διαρκεί 4-12 μήνες.
- 3ο στάδιο – στάδιο αποκατάστασης: ο πόνος υποχωρεί και παρατηρείται προοδευτική βελτίωση του εύρους κίνησης. Διαρκεί 5-24 μήνες.
Πως διαγιγνώσκεται ο παγωμένος ώμος;
Ο παγωμένος ώμος συνήθως μπορεί να διαγνωστεί μόνο βάση των συμπτωμάτων του ασθενούς δηλαδή της κλινικής του εικόνας. Σε κάθε περίπτωση, όμως, ένα καλό ιστορικό θα βοηθήσει σημαντικά. Είναι απαραίτητο να προσδιοριστεί η ακριβής έναρξη των συμπτωμάτων, πιθανοί τραυματισμοί ή συνυπάρχουσες παθήσεις. Ακόμη, η κλινική εξέταση που θα πραγματοποιηθεί από τον φυσικοθεραπευτή θα συμβάλλει στην τελική αξιολόγηση και στην δημιουργία ενός θεραπευτικού πλάνου. Ένα σημαντικά μειωμένο ενεργητικό και παθητικό εύρος κίνησης προς όλες τις κατευθύνσεις αποτελεί βασική ένδειξη της πάθησης. Τέλος, οι απεικονιστικές εξετάσεις, όπως απλή ακτινογραφία ή μαγνητική τομογραφία μπορεί να βοηθήσουν στον αποκλεισμό άλλων αιτιών για τη δυσκαμψία και τον πόνο.
Ποιος κινδυνεύει περισσότερο να διαγνωστεί με παγωμένο ώμο;
Ο παγωμένος ώμος επικρατεί στο 2% έως 5% του γενικού πληθυσμού, ωστόσο φαίνεται να έχει μεγαλύτερη επίπτωση σε γυναίκες ηλικίας 40 έως 65 ετών. Ακόμη, άτομα με σακχαρώδη διαβήτη έχει αποδειχθεί ότι έχουν σημαντική προδιάθεση εμφάνισης της πάθησης σε ποσοστά που κυμαίνονται στην βιβλιογραφία από 10% έως 36%.
Αντιμετωπίζεται ο παγωμένος ώμος με φυσικοθεραπεία;
Η φυσικοθεραπεία αποτελεί πρωταρχική μέθοδο συντηρητικής αντιμετώπισης ασθενών με παγωμένο ώμο. Έχει αποδειχθεί ότι τα ποσοστά επιτυχίας είναι σημαντικά, κυρίως στα αρχικά στάδια της πάθησης. Ωστόσο, τόσο στο ενδιάμεσο όσο και στο τελευταίο στάδιο του παγωμένου ώμου υπάρχει εμφανής βελτίωση των συμπτωμάτων με φυσικοθεραπεία.
Σημαντικά μπορεί να βοηθήσει στον πόνο η χρήση της ηλεκτροθεραπείας και του βελονισμού. Η μείωση του πόνου σε ένα τέτοιο επώδυνο σύνδρομο είναι εξαιρετικά σημαντική ώστε να μπορέσει η άρθρωση να κινητοποιηθεί κατά την διάρκεια της θεραπείας. Ακόμη, σημαντικό ρόλο παίζει η θεραπεία ραδιοσυχνοτήτων Tecar λόγω της δυνατότητας της να διεισδύσει σε βάθος και να επιδράσει πάνω στον θύλακα (είτε υποθερμικά με βιοανάδραση, είτε με επιπρόσθετα έντονα θερμικά αποτελέσματα) εκεί που οι περισσότερες παρεμβάσεις αδυνατούν να φτάσουν.
Επίσης, οι τεχνικές αρθρικής κινητοποίησης χρησιμοποιούνται ευρέως στην συγκεκριμένη παθολογία και έχουν σημαντικά αποτελέσματα τόσο στην μείωση του πόνου, όσο και στην αύξηση του εύρους τροχιάς. Η επιλογή της κατάλληλης τεχνικής κινητοποίησης, αλλά και της έντασης με την οποία θα πραγματοποιηθεί επιλέγεται μεταξύ άλλων ανάλογα με το στάδιο της νόσου, την ευερεθιστότητα του ασθενή και το θεραπευτικό πλάνο. Οι περισσότερες κλινικές οδηγίες προτείνουν ένα εξατομικευμένο πρόγραμμα άσκησης, με σκοπό την αύξηση τους εύρους κίνησης της άρθρωσης. Πιο συγκεκριμένα, οι ασκήσεις διάτασης είναι σημαντικό να εφαρμόζονται για τη μείωση του πόνου και της δυσκαμψίας, τη μυϊκή χαλάρωση και τη βελτίωση της λειτουργικότητας της άρθρωσης. Όλες οι ασκήσεις πρέπει να πραγματοποιούνται στα όρια πόνου του ασθενούς, με σκοπό την αποφυγή έξαρσης των συμπτωμάτων. Η ένταση, η συχνότητα και η διάρκεια των ασκήσεων διαφέρουν από άτομο σε άτομο και προσαρμόζονται σύμφωνα με τις προσωπικές ανάγκες. Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση ο φυσικοθεραπευτής πρέπει να εκπαιδεύει τον ασθενή έτσι ώστε να πραγματοποιεί το πρόγραμμα ασκήσεων στο σπίτι με ασφάλεια. Έχει αποδειχθεί ότι, κατά μέσο όρο, ο ασθενής χρειάζεται να εκτελεί τις ασκήσεις στο σπίτι τουλάχιστον 4-5 φορές/ημέρα για τη διατήρηση ή/και βελτίωση του εύρους κίνησης.